- φακελία
- η, Νβοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια υδροφυλλίδες και το οποίο περιλαμβάνει 200 περίπου είδη ποωδών φυτών που είναι ιθαγενή τού Νέου Κόσμου.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phacelia (< φάκελος)].
Dictionary of Greek. 2013.